«Τα κόμματα «Αγγλικό», «Γαλλικό» και « Ρωσικό» κατά την περίοδο της βαυαρικής απολυταρχίας»
Γράφει ο Δημήτρης Β. Καρέλης*
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Εισαγωγή
1η Ενότητα: Προέλευση και οργανωτικό πλαίσιο των πρώτων κομμάτων
2η Ενότητα: Ιδεολογικά χαρακτηριστικά των κομμάτων
3η Ενότητα: Κόμματα και πολιτικές κατά την βαυαρική απολυταρχία
Επίλογος
Βιβλιογραφία
Εισαγωγή
Η ιστορία των κομμάτων στην Ελληνική πολιτική σκηνή φαίνεται πως είναι μακροβιότερη εκείνης του ίδιου του Ελληνικού κράτους. Ήδη από τα τέλη του 1821 άρχισαν να δημιουργούνται δύο πολιτικά σχήματα που αντανακλούσαν την διαμάχη μεταξύ στρατιωτικών και προεστών, αναγνωρίζοντας και ονομάζοντάς τα, πολιτικό «κόμμα» και στρατιωτικό «κόμμα».[1]
Λίγο αργότερα θα δημιουργηθούν τρεις πρωτογενείς πολιτικοί σχηματισμοί που θέτουν τις βάσεις του ελληνικού πολιτικού και κομματικού κατεστημένου: Το «αγγλικό», το «γαλλικό» και το «ρωσικό» κόμμα.
Στην παρούσα εργασία θα μελετήσουμε τα ιδεολογικά και οργανωτικά χαρακτηριστικά των κομμάτων και τη θέση τους στην πολιτική ζωή του ελληνικού βασιλείου κατά την περίοδο της βαυαρικής απολυταρχίας (1832-1844).
1η Ενότητα: Προέλευση και οργανωτικό πλαίσιο των πρώτων κομμάτων
Οι ρίζες της δημιουργίας των τριών κομμάτων που δεσπόζουν στον πολιτικό βίο της Ελλάδας στα πρώτα βήματα της αυτόνομης πορείας του και κατά την Οθωνική περίοδο, το «αγγλικό», το «γαλλικό» και το «ρωσικό», βρίσκονται στα 1825-26 στην κρισιμότερη φάση του αγώνα της ανεξαρτησίας.[2] Οι βασικοί παράγοντες που συνέργησαν στη γέννηση αυτών των κομμάτων ήταν η αμηχανία των Ελλήνων έναντι της συμμαχίας της «Υψηλής Πύλης» με τον Μεχμέτ Αλή Πασά, χεδίβη της Αιγύπτου για την καταστολή της επανάστασης, η αλληλοσυγκρουόμενη πολιτική των μεγάλων δυνάμεων, της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας στην εγγύς Ανατολή και η κατευθυνόμενη εύνοια και προστασία προς τους επαναστατημένους Έλληνες.[3]
Οι Έλληνες προσέγγισαν τις μεγάλες δυνάμεις ευελπιστώντας σε βοήθεια στον αγώνα κατά των Οθωμανών, με αποτέλεσμα τη δημιουργία τριών κομμάτων ως συνεπακόλουθο των επιμέρους προτιμήσεων των Ελλήνων.[4]
Οι εφημερίδες της εποχής τα αποκαλούσαν με τους περιγραφικούς όρους «το λεγόμενον αγγλικόν», «το λεγόμενον γαλλικόν» και το «λεγόμενον ρωσικόν», για να προσδιορίσουν τον προσανατολισμό τους στις «μεγάλες δυνάμεις», ταυτοχρόνως όμως οι επωνυμίες τους χρησιμοποιήθηκαν ως συνθήματα κατά των αντιπάλων κομμάτων στην πολεμική τους ρητορική, επισημαίνοντας έτσι την προδοσία επί των εθνικών συμφερόντων, σε αντάλλαγμα για την ξένη «προστασία».[5]
Τα πολιτικά κόμματα είχαν καταβολές στην περίοδο της «Φιλικής Εταιρίας» και στις κοινωνικο-ιδεολογικές αντιθέσεις που φτάνουν στο ζενίθ τους στην επανάσταση, σχηματίστηκαν την περίοδο των εθνικών συνελεύσεων, είχαν άτυπες οργανωτικές δομές, δεν είχαν επίσημα μέλη - καταστατικό, ούτε γραφεία και βασικά αποτελούσαν συνέχεια δικτύων συγγενείας με οικονομική αλληλεξάρτηση και τοπικιστικά συμφέροντα, ενώ οι οικογένειες της εποχής συχνά αποτελούσαν πολυμελείς φατρίες,[6] καθώς ήδη από την οθωμανική κυριαρχία είχαν δημιουργηθεί, για διάφορους λόγους «πελατειακές ενώσεις» μέσα στους κύκλους της ευρύτερης οικογένειας όπου συναντούσε κανείς «γνησίους και φερέγγυους συμμάχους».[7]
Επειδή την περίοδο εκείνη δεν υπήρχαν διακριτοί δημοκρατικοί και αντιπροσωπευτικοί θεσμοί, αναγκαστικά η πολιτική ζωή ήταν δέσμια αυτών των δικτύων πατρωνίας και πελατείας, εξασφαλίζοντας την πολιτική υποστήριξη και βοήθεια συγγενών που είχαν αναρριχηθεί σε υψηλές θέσεις-κλειδιά και είχαν αποκτήσει βασιλική εύνοια, απ’ όπου μπορούσαν να διεκπεραιώνουν μικρές ή μεγαλύτερες ρουσφετολογικές υποθέσεις, σε βαθμό που επηρέαζαν ακόμη και τις πολιτικές εξελίξεις, ανάλογα με την διάθεσή τους.[8] Οι «προστάτες» και οι «κύκλοι συμφερόντων» εκμεταλλεύθηκαν και ενίσχυσαν το «πελατειακό» σύστημα, εμποδίζοντας την καθιέρωση ενός πολιτικού συστήματος «ευρωπαϊκού τύπου», επειδή το θεωρούσαν αντίθετο και εχθρικό προς τα συμφέροντά τους.[9]
Οι σχέσεις προστασίας και οι συμπράξεις της προεπαναστατικής περιόδου, εμπίπτουν στην περίπτωση των οικογενειακών «φατριών» με σημαντικότερες την κοινή φατρία των Λόντου-Ζαΐμη, των Δεληγιανναίων, των Μαυρομιχαλαίων και των Κουντουριωτών και άξιες μνημόνευσης, ως προσωπικά σχήματα γεννημένα στον αγώνα, τις φατρίες του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και του Ιωάννη Κωλέττη.[10]
2η Ενότητα: Ιδεολογικά χαρακτηριστικά των κομμάτων
Όταν ο Ιωάννης Καποδίστριας έφτασε στην Ελλάδα τον Ιανουάριο του 1828, βρέθηκε μπροστά σε μια ήδη διαμορφωμένη κατάσταση σχετικά με τα πολιτικά κόμματα και βρισκόμενος σε δίλημμα να επιλέξει την αναζήτηση υποστήριξης και συνεργασίας όλων των φατριών και κομμάτων ή να επιχειρήσει να συνενώσει εξουσιάζοντας κάποιες φατρίες ώστε να υπερκεράσει τις υπόλοιπες, επέλεξε το δεύτερο σαφώς επηρεασμένος από τις ανοιχτές επιθέσεις κάποιων φατριών στο πρόσωπό του.[11] Έτσι δημιούργησε σε εθνικό επίπεδο ένα κόμμα, συνισταμένη πολλών φατριών και τοπικών συμπράξεων και πυρήνα τη «ρωσική» φατρία, γνωστό ως «Καποδιστριακό κόμμα» ή «κόμμα των Ναπαίων» με την «Εταιρία του Φοίνικος» να ενεργεί ως ανεπίσημος υποστηρικτικός οργανισμός, στηρίζοντας την κομματική του βάση στη νομιμοφροσύνη των φατριών με κύριους παράγοντες τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη στην Πελοπόννησο και τον πιστό του φίλο καπετάν Γκούρα στη Ρούμελη.[12] Αντίθετα οι δυνάμεις των λεγόμενων «συνταγματικών» που περιλάμβαναν όλες τις «αντικαποδιστριακές» φατρίες, δεν λειτούργησαν ποτέ ως ενιαίο κόμμα και ανάμεσα στα χρόνια 1828-32 διακρίνονται σε τέσσερις ομάδες βασιζόμενες σε συνταγματικές αρχές, την «αγγλική», τη «γαλλική», τη φατρία των «Κουντουριωτών» και τη φατρία των «Μαυρομιχαλαίων». Σαφής είναι πλέον η ύπαρξη των τριών κομμάτων, του «καποδιστριακού» ή «ρωσικού», του «αγγλικού» και του «γαλλικού» στα τέλη του 1832.[13] Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια και τον εμφύλιο του 1832, δημιουργούνται έντονες πικρίες ανάμεσα κυρίως στο «αγγλικό» και το «γαλλικό» κόμμα, ενισχύοντας τον διαχωρισμό μεταξύ των οπαδών τους, εμφανίζονται τα γενικά και τα γεωγραφικά όρια των κομμάτων, εφόσον αποκτούν υπόσταση και συνοχή και καθορίζονται με σαφήνεια ηγέτες και οπαδοί τους.[14] Κάποιοι συνδέουν τα προσανατολισμένα στους ξένους κόμματα με γεωγραφική διάκριση ταυτίζοντας το «αγγλικό» κόμμα με τους Νησιώτες, το «γαλλικό» με τη Ρούμελη και το «ρωσικό» με την Πελοπόννησο.[15]
Το «ρωσικό» κόμμα, φίλα προσκείμενο ιδεολογικά και πολιτικά στη Ρωσία, είχε ξεκάθαρη, συντηρητική ιδεολογία και ταυτιζόταν με την υπεράσπιση των συμφερόντων της Εκκλησίας, αποκτώντας έτσι μεγάλο λαϊκό έρεισμα, με ηγετικές φυσιογνωμίες και εκφραστές τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και τον κόμη Ανδρέα Μεταξά. Θεμελιώδης αξία κοινωνικής τάξεως υπήρξε για το «ρωσικό» κόμμα η θρησκεία και βάση της πολιτικής του το πεδίο της εσωτερικής πολιτικής και όχι της διπλωματίας.[16]
Το «αγγλικό» κόμμα υπό τον Αλέξανδρο Mαυροκορδάτο, χωρίς ιδιαίτερα ερείσματα στην επαρχία, αντλούσε δύναμη από ένα στενό κύκλο διανοούμενων με ευρωπαϊκή παιδεία, είχε πίστη στο κοινοβουλευτικό αντιπροσωπευτικό σύστημα και τη διάκριση των εξουσιών, ως βασικές αρχές νόμιμης εξουσίας,[17]στον «εξευρωπαϊσμό» και τη διεύρυνση ελευθεριών,[18] κρατώντας μακριά την εκκλησία, χωρίς όμως περιορισμούς στην διδασκαλία της.
Γύρω από το «γαλλικό» κόμμα και την ισχυρή προσωπικότητα του Ιωάννη Κωλλέτη, επίσημου εκφραστή της «Μεγάλης Ιδέας», συσπειρώθηκε μεγάλο μέρος της κοινωνίας, όπως οπλαρχηγοί της Ρούμελης, προεστοί της Πελοποννήσου και προύχοντες Νησιώτες. Το «γαλλικό» κόμμα πρέσβευε τον δυτικό φιλελευθερισμό και υποστήριζε την εγκαθίδρυση συνταγματικού καθεστώτος, με φανερή την ταύτιση του με τους «πολεμιστές» και την ιδέα του «ριζοσπαστικού αλυτρωτισμού», κάτι που εύρισκε αντίθετο το «αγγλικό» κόμμα[19].
Όλα τα κόμματα πάντως ασπάζονταν την «Μεγάλη Ιδέα» του αλυτρωτισμού, την απελευθέρωση δηλαδή όλων των Ελλήνων και των ομόδοξων χριστιανών από τον Οθωμανικό ζυγό, το καθένα στο δικό του βαθμό και επιζητούσαν μια αυτοκέφαλη εκκλησία.[20]
Οι πολιτικοί την εποχή εκείνη δεν έκριναν ψεκτό να αποδέχονται βοήθεια από τους ξένους και να οικοδομούν την Ελλάδα στα πρότυπα των μεγάλων δυνάμεων διότι όπως έλεγε ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, «διατηρούμε ως θεμελιώδη αρχή της σκέψης μας το ότι είμαστε, Έλληνες και όχι Ρώσοι, Άγγλοι, ή Γάλλοι».[21]
3η Ενότητα: Κόμματα και πολιτικές κατά την βαυαρική απολυταρχία
Κατά την έλευση του Όθωνα το απολυταρχικό καθεστώς θεωρήθηκε απαραίτητο ώστε να αποκλειστούν τα κόμματα από τη δυνατότητα να εκμεταλλεύονται την εξουσία για ίδιον όφελος, με την σύμβαση μάλιστα της 25ης Απριλίου/7ης Μαΐου 1832 δόθηκε απόλυτη εξουσία στον αντιβασιλέα.[22]
Η Αντιβασιλεία έδειξε από την πρώτη στιγμή τις προθέσεις της, διατηρώντας αρχικά το κυβερνητικό σχήμα ως την 15η Απριλίου 1833, οπότε διόρισε μέλη του ονομαζόμενου υπουργικού συμβουλίου το Σπυρίδωνα Τρικούπη, τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, το Γεώργιο Πραΐδη και τον Ιωάννη Κωλέττη, με καταφανή υπεροχή του «αγγλικού» έναντι του «γαλλικού» κόμματος ενώ δεν εκπροσωπήθηκε το «ρωσικό» κόμμα.[23]
Σύμφωνα με την κρίση της Αντιβασιλείας, οι ξένες Δυνάμεις συνιστούσαν απειλή για την εξουσία, καθώς συνέδεε την πολιτική των επεμβάσεών τους με τα πολιτικά κόμματα, τα οποία επεδίωξε να συνενωθούν υπό το στέμμα για την διασφάλιση της χώρας από ξένες παρεμβάσεις, έστω και θεωρητικά, καθότι ο κόμης Ιωσήφ Λουδοβίκος Άρμανσμπεργκ δεν απέφυγε την εμπλοκή τόσο με τις Δυνάμεις όσο και τα ελληνικά πολιτικά κόμματα.[24] Όμως αποδείχτηκαν λαθεμένες οι εκτιμήσεις της Αντιβασιλείας, πως η παρακώλυση των πολιτικών κομμάτων να συμμετάσχουν στην πολιτική ζωή της χώρας θα τα εξανάγκαζε σε υπόταξη, καθώς ο μεν Κωλλέτης ήταν επιφυλακτικός οι δε «Ναπαίοι» του «ρωσικού» κόμματος με το Κολοκοτρώνη, ήσαν ανυπόμονοι και καθώς είχαν πειστεί για την αρνητική στάση των Βαυαρών, προσπάθησαν με διάφορους τρόπους να βελτιώσουν τη θέση τους σχεδιάζοντας την πτώση της Αντιβασιλείας.[25]
Οι πολιτικές ανακατατάξεις της εποχής, ως απόρροια των «συνομωσιών» και ο εν μέρει παραγκωνισμός του «αγγλικού» κόμματος του Μαυροκορδάτου, είχαν ως συνέπεια να βγει κερδισμένος ο Κωλλέτης και το κόμμα του. Ο Γεώργιος Λουδοβίκος φον Μάουρερ δικαιολογώντας τη φιλογαλλική πια στάση της Αντιβασιλείας αποκαλεί το «γαλλικό» κόμμα ως «εθνικό» το οποίο «εκπροσωπεί την πλειοψηφία του ελληνικού λαού και έχει ως ηγέτη την πλέον δημοφιλή ελληνική προσωπικότητα».[26]
Η πολιτική του Όθωνα απέναντι στα κόμματα ήταν ένας συγκερασμός της στάσης της πρώτης Αντιβασιλείας και του Άρμανσμπεργκ, προσπαθώντας να εφαρμόσει δίκαιη, ουδέτερη και «πατερναλιστική» διοίκηση, απαλλαγμένη από τις υπερβάσεις των κομμάτων, υπό τον απόλυτο έλεγχό του, συνυπάρχοντας και υπονομεύοντας ταυτόχρονα τα κόμματα, καθώς ο ίδιος με ταξίδια και επαφές επεδίωξε να εξουδετερώσει κάθε σχέση μεταξύ του λαού και των προεστών με τους πολιτικούς ηγέτες, χωρίς όμως επιτυχία.
Ο Όθωνας μετέβαλε τη στάση του υπέρ των «Ναπαίων» για εσωτερικούς λόγους καθώς μεγάλωνε η δημοτικότητά τους και την ίδια στιγμή άλλαξε στάση έναντι των Άγγλων καθώς δεν έλαβε την οικονομική βοήθεια που επιθυμούσε από κείνους. Οι «Ναπαίοι» κατόρθωσαν να θέσουν υπό πλήρη έλεγχο την περιφερειακή διοίκηση, με το «ρωσικό» κόμμα να κυριαρχεί το 1838, όταν ο Όθωνας στράφηκε στη Ρωσία απ’ όπου πήρε τελικά την τρίτη δόση του δανείου.[27]
Επίλογος
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ενεργού συμμετοχής των κομμάτων στην πολιτική ζωή της Οθωνικής Ελλάδας αποτελεί η διεκδίκηση συντάγματος καθώς το «Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος του 1832» της Ε' Εθνοσυνέλευσης Ναυπλίου, έμεινε ανεφάρμοστο από την Αντιβασιλεία και τον Όθωνα με αποτέλεσμα την διεκδίκησή του αρχικά από το «γαλλικό» και το «αγγλικό» κόμμα και στη συνέχεια από κομμάτι του «ρωσικού». Η συνωμοσία οργανώθηκε κατ' αρχάς από τα κόμματα «ρωσικό» και «αγγλικό», σύντομα όμως προσχώρησε και το δυσαρεστημένο «γαλλικό». Απόρροια της συνεργασίας των τριών κυρίαρχων κομματικών ηγετών, του Μαυροκορδάτου, του Κωλέττη και του Μεταξά, ήταν η παραχώρηση συντάγματος από τον Όθωνα και η εγκαθίδρυση συνταγματικής μοναρχίας, μετά την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843. Κατόπιν των γεγονότων και της λήξης της απολυταρχικής περιόδου τα κόμματα αποφάσισαν να εγκαταλείψουν την μεταξύ τους πολεμική τακτική, επιδιώκοντας νέους κοινούς στόχους όπως η απρόσκοπτη εφαρμογή του συντάγματος και η «Μεγάλη Ιδέα».
Βιβλιογραφία
Βλάχος Νικόλαος, περιοδικό «Αρχείον Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών» του Δ. Καλιτσουνάκη, τόμ. 19, τεύχ. 1, «Η γένεσις του Αγγλικού, του Γαλλικού και του Ρωσικού κόμματος εν Ελλάδι.», ΚΑ', Αθήνα, 1939.
G. Herring, Τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα 1821-1936, τόμος Α΄, μτφρ. Θ. Παρασκευόπουλος, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 2006.
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος ΙΓ΄, Νεότερος Ελληνισμός από το 1833 ως 1881, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1977.
Μαργαρίτης Γ., Μαρκέτος Σ., Ροτζώκος Ν., Μαυρέας Κ., Ελληνική Ιστορία, Τομ.Γ΄. Νεότερη και Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 1999.
Petropoulos J., «Πολιτική και συγκρότηση Κράτους στο Ελληνικό Βασίλειο (1833-1843)», μτφρ. Ν. Διαμαντούρος, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1997.
ΕΛΠ 11, 3η 2014-2015
*Δημήτρης Β. Καρέλης
[1] Petropoulos J., «Πολιτική και συγκρότηση Κράτους στο Ελληνικό Βασίλειο (1833-1843)», μτφρ. Ν. Διαμαντούρος, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1997, σελ. 101.
[2] Βλάχος Νικόλαος, περιοδικό «Αρχείον Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών» Δ. Καλιτσουνάκη, τόμ. 19, τεύχ. 1, «Η γένεσις του Αγγλικού, του Γαλλικού και του Ρωσικού κόμματος εν Ελλάδι.», ΚΑ', Αθήνα, 1939, σελ. 25.
[3] Βλάχος Νικόλαος, ό.π., σελ. 25.
[4] G. Herring, Τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα 1821-1936, τόμος Α΄, μτφρ.Θ. Παρασκευόπουλος, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 2006, σελ. 141.
[5] Petropoulos J., «Πολιτική και συγκρότηση Κράτους στο Ελληνικό Βασίλειο (1833-1843)», μτφρ. Ν. Διαμαντούρος, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1997, σελ. 16.
[6] Μαργαρίτης Γ., Μαρκέτος Σ., Ροτζώκος Ν., Μαυρέας Κ., Ελληνική Ιστορία, Τομ.Γ΄. Νεότερη και Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 1999, σελ. 146.
[7] G. Herring, ό.π., σελ. 63.
[8] Μαργαρίτης Γ., ό.π., σελ. 147.
[9] Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος ΙΓ`, Νεότερος Ελληνισμός από το 1833 ως 1881, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1977, σελ. 14.
[10] Ίδιο, σελ. 28.
[11] Ίδιο, σελ. 29.
[12] Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, ό.π., σελ. 29.
[13] Ίδιο, σελ. 29.
[14] Ίδιο, σελ. 29..
[15] Petropoulos J., ό.π., σελ. 15.
[16] G. Herring, ό.π., σελ. 224.
[17] G. Herring, ό.π., σελ. 200.
[18] G. Herring, ό.π, 273.
[19] Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, ό.π., σελ. 87-88.
[20] Μαργαρίτης Γ., ό.π., σελ. 165.
[21] G. Herring, ό.π., σελ. 267.
[22] Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, ό.π., σελ. 36.
[23] Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, ό.π., σελ. 45.
[24] Ίδιο, σελ. 45-46.
[25] Ίδιο, σελ. 45.
[26] Ίδιο, σελ. 47.
[27] Petropoulos J., ό.π., σελ. 334-336.